Σε οριακό σημείο η αγορά του φαρμάκου – Ανάγκη για διόρθωση των στρεβλώσεων

Να το πούμε απλά: 6 στα 10 φάρμακα που υποτίθεται ότι πληρώνει ο ΕΟΠΥΥ για εμάς, τα πληρώνουν στην πραγματικότητα οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις! Ιδιωτικές εταιρείες, ελληνικές, ξένες ή πολυεθνικές. Και το αίτημά τους ποιο είναι; Να πληρώνουν έστω τα 4 στα 10! Δηλαδή όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά ο πρόεδρος και ο γενικός διευθυντής του ΣΦΕΕ, κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου και κ. Μιχάλης Χειμώνας, στο κάθε ένα φάρμακο ξεχωριστά (όχι κατά μέσον όρο σε όλα κάθε εταιρείας, διότι αυτό είναι διαφορετικό) να συμμετέχει η Πολιτεία περισσότερο από τη… φαρμακοβιομηχανία!
Διότι, όπως επισημαίνουν αυτοί που γνωρίζουν, αν δεν υπήρχε απαγόρευση παράλληλων εξαγωγών σε ορισμένους κωδικούς και οι μεμονωμένες εισαγωγές του ΙΦΕΤ, πολλοί σοβαρά πάσχοντες δεν θα είχαν τα φάρμακά τους! Για να συμβεί αυτό, όμως, πρέπει να παραδεχτεί η Πολιτεία ότι υπάρχει ανάγκη γενναίας αύξησης του προϋπολογισμού για το φάρμακο (τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ ετησίως) ή ανάγκη σημαντικού ελέγχου της δαπάνης ή και τα δύο!
Έρευνα της Deloitte για λογαριασμό του ΣΦΕΕ
Με δεδομένο το σταθερό δημοσιονομικό πλαίσιο που παρέχει ο μηχανισμός των επιστροφών (rebates, clawback), η Πολιτεία δεν έχει ισχυρό κίνητρο να προωθήσει μέτρα για τον έλεγχο της συνολικής δαπάνης. Ο Γιώργος Κουρέπης, director στην ομάδα Strategy της Deloitte, αναλύοντας τα παράδοξα του συστήματος στη χώρα μας, ανέφερε ότι η Ελλάδα παρουσιάζει τα υψηλότερα επίπεδα επιστροφών, ενώ έχει από τις χαμηλότερες τιμές πρωτοτύπων στην Ευρώπη.
Παρά τις αυξήσεις στη δημόσια δαπάνη τα τελευταία χρόνια, τα επίπεδα επιστροφών εξακολουθούν να έχουν ανοδική τάση. Ενώ οι κανόνες τιμολόγησης μεταξύ καναλιών διανομής είναι κοινοί, υπάρχουν σημαντικές διακυμάνσεις στα επίπεδα επιστροφών. Τα κόστη κοινωνικών και προνοιακών πολιτικών δημιουργούν αυξημένη δαπάνη που καλύπτεται από τη βιομηχανία. Η πολυπλοκότητα, τέλος, ενισχύεται με την προσθήκη καναλιών και εξαιρέσεων, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές τάσεις (δύο κανάλια διανομής στα περισσότερα κράτη).

Παράλληλα, η Ελλάδα καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει μια σειρά από διεθνείς προκλήσεις, τη στιγμή που η κατά κεφαλήν δημόσια χρηματοδότηση υπολείπεται σημαντικά συγκρίσιμων αγορών. Από το 2020 έως το 2022, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση συνολικής δαπάνης (22%) και τη μικρότερη αύξηση δημόσιας δαπάνης (5%) σε κατά κεφαλήν όρους, συγκρινόμενη με τις νότιες και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας και Ευρώπης, οι πιέσεις τιμών από τις ΗΠΑ και άλλα παρόμοια θέματα, θέτουν σημαντικές προκλήσεις στη βιωσιμότητα της φαρμακευτικής καινοτομίας που πρέπει να λάβουμε υπόψη.
Απαραίτητος ο διττός στόχος για τα φάρμακα
Για να ισορροπηθεί το σύστημα θα πρέπει να τεθεί ένας διττός στόχος (συγκράτηση συνολικής δαπάνης και αύξηση δημόσιας χρηματοδότησης) με ταυτόχρονη εισαγωγή ενός μηχανισμού συνυπευθυνότητας για τη διαχείριση των αποκλίσεων.
Καταρχάς, είναι απαραίτητο να συγκρατηθεί η αύξηση της δαπάνης και το σύστημα να επιστρέψει σε μια πιο ορθολογική χρηματοδότηση, ενώ θα πρέπει να υπάρξουν δράσεις και χρηματοδοτικές ενέσεις για τη διαχείριση του χρηματοδοτικού κενού που προκύπτει. Αν δεν υπάρξει διαχείριση στη δαπάνη, αυτή μπορεί να φτάσει τα 10,5 δισ. ευρώ έως το 2028. Απαιτείται σταδιακός επαναπροσδιορισμός της δημόσιας επένδυσης στο φάρμακο, στο επίπεδο των χωρών της νότιας Ευρώπης καθώς, όπως καταδεικνύει η μελέτη της Deloitte, το χρηματοδοτικό κενό θα ανέλθει σε 1,5 δισ. ευρώ έως το 2028, εκ των οποίων τα 0,8 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να αφορούν πρόσθετη χρηματοδότηση και τα 0,7 δισ. ευρώ να προέλθουν από μεταρρυθμίσεις για καλύτερο έλεγχο της δαπάνης.
Ταυτόχρονα θα πρέπει να μειωθούν οι υποχρεωτικές επιστροφές (clawback και rebates). Ένας ρεαλιστικός και εφικτός στόχος είναι να επιστρέψουμε σε ποσοστό ~40% επιστροφές, στα επίπεδα δηλαδή του 2020, που αποτέλεσε τη βάση για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Τέλος, αν δεν ληφθούν και δεν υλοποιηθούν δομικά μέτρα άμεσα, η φαρμακευτική δαπάνη θα οδηγηθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα με ό,τι συνέπειες θα έχει αυτό για τον κλάδο, αλλά και κυρίως γιατην πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες τους.
Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις διαρθρώνονται γύρω από τρεις στρατηγικούς άξονες, οι οποίοι συνολικά, συνθέτουν έναν συνεκτικό οδικό χάρτη για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων αυτών.
- Κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού.
- Έλεγχος της δαπάνης / Εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
- Ενίσχυση πρωτοβάθμιας φροντίδας και εστίαση στην πρόληψη.
Ο μετασχηματισμός του φαρμακευτικού συστήματος είναι αναγκαίος για τη μετάβαση από μια συνθήκη, κατά την οποία όλοι οι συμμετέχοντες χάνουν, σε ένα σύστημα με βάση την αξία, όπου όλοι οι ενδιαφερόμενοι επωφελούνται.
The post Σε οριακό σημείο η αγορά του φαρμάκου – Ανάγκη για διόρθωση των στρεβλώσεων appeared first on iEidiseis.